- γεροντοδιδάσκαλος
- γεροντο-διδάσκαλος, Lehrer der Alten
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
γεροντοδιδάσκαλος — γεροντοδιδάσκαλος, ο (Α) δάσκαλος ηλικιωμένου ανθρώπου … Dictionary of Greek
γεροντοδιδάσκαλον — γεροντοδιδάσκαλος old man s master masc/fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Léon le Philosophe — (Λέων ό Φιλόσοφος) ou Léon le Mathématicien (Λέων ό Μαθηματικός) est un savant, philosophe et religieux byzantin né entre 790 et 800 et mort après 869, sans doute à Constantinople. Il fut métropolite de Thessalonique de 840 à 843. Sommaire 1… … Wikipédia en Français
γέροντας — I Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 450 μ., 27 κάτ.) στην πρώην επαρχία Χαλκίδος του νομού Ευβοίας. Βρίσκεται βόρεια της Ερέτριας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ερετρίας. 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 110 μ., 450 κάτ.) στην πρώην… … Dictionary of Greek
δάσκαλος — και διδάσκαλος, ο (θηλ. δασκάλα και δασκάλισσα και διδασκάλισσα, η) (AM διδάσκαλος, ο, η) 1. όποιος έχει ως επάγγελμα να διδάσκει άλλους, κυρίως τις πρώτες, απαραίτητες γνώσεις 2. αυτός που διδάσκει και προκαλεί αλλαγές («ο πόλεμος... βίαιος… … Dictionary of Greek